Διατατική Μυοκαρδιοπάθεια

Η διατατική μυοκαρδιοπάθεια (dilated cardiomyopathy, DCM) περιλαμβάνει διάφορες αιτίες που προκαλούν βλάβη του καρδιακού μυός και οδηγούν εν τέλει σε διάταση της αριστερής κοιλίας ή και των δυο κοιλιών, καικαρδιακή ανεπάρκεια με μειωμένη συσταλτικότητα. Εμφανίζεται περίπου σε 1 ανά 250-500 άτομα.

Ποια είναι τα αίτια;

Οφείλεται κυρίως σε:

Ποια είναι τα συμπτώματα;

Τα συμπτώματα περιλαμβάνουν δύσπνοια, επεισόδια γρήγορων καρδιακών χτύπων (φτερουγίσματα) και αρρυθμίες, πόνο ή πίεση στο στήθος (στηθάγχη), λιποθυμικά ή συγκοπτικά επεισόδια, εύκολη κόπωση και αδυναμία.

Πώς γίνεται η διάγνωση;

Η διάγνωση της ξεκινά από το ατομικό και οικογενειακό ιστορικό. Στη συνέχεια περιλαμβάνει την κλινική εξέταση, το ηλεκτροκαρδιογράφημα και τον βιοχημικό έλεγχο (με BNP ή pro-NT-BNP). Στο υπερηχογράφημα/triplex θα φανεί η σφαιρική διάταση της αριστερής κοιλίας και θα υπολογιστεί το κλάσμα εξώθησης, που φυσιολογικά είναι πάνω από 52%. Σημαντική είναι η συμβολή της μαγνητικής τομογραφίας καρδιάς, καθώς μπορεί να υπολογίσει με μεγάλη ακρίβεια το κλάσμα εξώθησης και τις διαστάσεις της αριστερής κοιλίας, ενώ είναι η μόνη εξέταση που με τη χρήση σκιαγραφικού (γαδολινίου) μπορεί να ανιχνεύσει τον ινώδη ιστό. Αυτός ανιχνεύεται περίπου στο 30% των ασθενών και η παρουσία του σχετίζεται με την εμφάνιση επικίνδυνων κοιλιακών αρρυθμιών και γενικά με χειρότερη πρόγνωση. Επίσης, η μαγνητική τομογραφία συχνά αναδεικνύει το αίτιο της διατατικής μυοκαρδιοπάθειας, όπως είναι η μυοκαρδίτιδα. Για την ανεύρεση αρρυθμιών συνιστάται το Holter ρυθμού. Επιπλέον, σε ασθενείς > 35 ετών πρέπει να αποκλειστεί η στεφανιαία νόσος, συνήθως με αξονική στεφανιογραφία.

Ποιες είναι οι επιπλοκές;

Οι πάσχοντες από διατατική μυοκαρδιοπάθεια έχουν αυξημένο κίνδυνο αιφνιδίου θανάτου από επικίνδυνες κοιλιακές αρρυθμίες. Αυτές εμφανίζονται σε ποσοστό 4-5% ανά έτος. Η πρόγνωση εξαρτάται από την αιτιολογία της, από το πόσο μειωμένο είναι το κλάσμα εξωθήσεως της, από την παρουσία και έκταση του ινώδους ιστού και από συννοσηρότητες.

Ποια είναι η θεραπεία;

Η θεραπεία περιλαμβάνει την θεραπεία της χρόνιας καρδιακής ανεπάρκειας. Ωστόσο, όταν υπάρχει αίτιο που ενοχοποιείται (π.χ. κατανάλωση αλκοόλ, ουσιών ή χημειοθεραπευτικών) πρέπει να καταπολεμηθεί η αιτία. Μέτρα, όπως η μείωση σωματικού βάρους και η ήπια σωματική άσκηση βοηθούν. Για την πρόληψη του αιφνίδιου καρδιακού θανάτου από επικίνδυνες κοιλιακές αρρυθμίες συνιστάται σε ορισμένες περιπτώσεις η τοποθέτηση αυτόματου εμφυτεύσιμου απινιδωτή (ICD) ή αμφικοιλιακού βηματοδότη – απινιδωτή (CRT-D). Παρ’ όλα αυτά, σύμφωνα με μελέτες, με τη σύγχρονη φαρμακευτική αγωγή, η τοποθέτηση απινιδωτή σε πάσχοντες από διατατική μυοκαρδιοπάθεια, δεν μειώνει τους συνολικούς θανάτους σε όλους. Η μείωση των συνολικών θανάτων έχει παρατηρηθεί σε ασθενείς < 59 ετών, σε όσους έχουν ίνωση στο μέσο τοίχωμα της αριστερής κοιλίας στη μαγνητική τομογραφίας καρδιάς και, μάλιστα, όσο εκτενέστερη είναι η ίνωση, τόσο αυξάνεται ο κίνδυνος αιφνιδίου θανάτου.